Η Γέννηση του Αδάμ

Η Γέννηση του Αδάμ

Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 2015

ΤΥΠΟΛΟΓΙΟ ΑΡΧΑΙΩΝ Α΄ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ



ΤΥΠΟΛΟΓΙΟ  ΑΡΧΑΙΩΝ  ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ


ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΟΝΙΣΜΟΥ
  1. Κάθε βραχύχρονη συλλαβή, όταν τονίζεται, παίρνει οξεία (ἀγαθός, νέος).
  2. Η προπαραλήγουσα, όταν τονίζεται, παίρνει πάντα οξεία (πείθομαι, σώματα).
  3. Όταν η λήγουσα είναι μακρόχρονη, η προπαραλήγουσα δεν τονίζεται    (ἡ βασίλισσα, αλλά τῆς βασιλίσσης).
  4. Η μακρόχρονη παραλήγουσα, όταν τονίζεται, παίρνει περισπωμένη μπροστά από βραχύχρονη λήγουσα (ὁ κῆπος, ἡ νῆσος).
  5. Η μακρόχρονη παραλήγουσα, όταν τονίζεται, παίρνει οξεία μπροστά από μακρόχρονη λήγουσα (τῶν νήσων, τῶν κήπων).
  6. Η μακροκατάληκτη γενική και δοτική των ονομάτων, όταν τονίζεται, παίρνει πάντοτε περισπωμένη ( τοῦ ποιητοῦ, τοῦ νικητοῦ).
  7. Καμία λέξη δεν τονίζεται πιο πάνω από την προπαραλήγουσα (κατέφευγον, ἐλέγομεν).
Σημείωση: Όλες οι δίφθογγοι είναι μακρόχρονοι με εξαίρεση το –αι και το        –οι, όταν βρίσκονται στο τέλος της λέξης (ναῦται , κῆποι, αλλά  ναύταις, κήποις).




Α΄ ΚΛΙΣΗ

ΕΝΙΚΟΣ  ΑΡΙΘΜΟΣ
Ονομ.
ποιητής
νεανίας
θάλασσα
σφαῖρα
Γεν.
τοῦ
ποιητοῦ
νεανίου
τῆς
θαλάσσης
σφαίρας
Δοτ.
τῷ
ποιητῇ
νεανίᾳ
τῇ
θαλάσσῃ
σφαίρᾳ
Αιτ.
Τον
ποιητήν
νεανίαν
τήν
θάλασσαν
σφαῖραν
Κλητ.
(ὦ)
ποιητά
νεανία
(ὦ)
θάλασσα
σφαῖρα

ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΣ  ΑΡΙΘΜΟΣ
Ονομ.
οἱ
ποιηταί
νεανίαι
αἱ
θάλασσαι
σφαῖραι
Γεν.
τῶν
ποιητῶν
νεανιῶν
τῶν
θαλασσῶν
σφαιρῶν
Δοτ.
τοῖς
ποιηταῖς
νεανίαις
ταῖς
θαλάσσαις
σφαίραις
Αιτ.
Τους
ποιητάς
νεανίας
τάς
θαλάσσας
σφαίρας
Κλητ.
(ὦ)
ποιηταί
νεανίαι
(ὦ)
θάλασσαι
σφαῖραι


Β΄ ΚΛΙΣΗ

ΕΝΙΚΟΣ  ΑΡΙΘΜΟΣ
Ονομ.
ἄνθρωπος
ὁδός
τό
δῶρον
Γεν.
τοῦ
ἀνθρώπου
τῆς
ὁδοῦ
τοῦ
δώρου
Δοτ.
τῷ
ἀνθρώπῳ
τῇ
ὁδῷ
τῷ
δώρῳ
Αιτ.
Τον
ἄνθρωπον
τήν
ὁδόν
τό
δῶρον
Κλητ.
(ὦ)
ἄνθρωπε
(ὦ)
ὁδέ
(ὦ)
δῶρον

ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΣ  ΑΡΙΘΜΟΣ
Ονομ.
οἱ
ἄνθρωποι
αἱ
ὁδοί
τά
δῶρα
Γεν.
τῶν
ἀνθρώπων
τῶν
ὁδῶν
τῶν
δώρων
Δοτ.
τοῖς
ἀνθρώποις
ταῖς
ὁδοῖς
τοῖς
δώροις
Αιτ.
Τους
ἀνθρώπους
τάς
ὁδούς
τά
δῶρα
Κλητ.
(ὦ)
ἄνθρωποι
(ὦ)
ὁδοί
(ὦ)
δῶρα

Γ΄ ΚΛΙΣΗ
Φωνηεντόληκτα  σε  -ις, -έως

Ονομ.
πόλις
δύναμις
αἱ
πόλεις
δυνάμεις
Γεν.
τῆς
πόλεως
δυνάμεως
τῶν
πόλεων
δυνάμεων
Δοτ.
τῇ
πόλει
δυνάμει
ταῖς
πόλεσι(ν)
δυνάμεσι(ν)
Αιτ.
τήν
πόλιν
δύναμιν
τάς
πόλεις
δυνάμεις
Κλητ.
(ὦ)
πόλι
δύναμι
(ὦ)
πόλεις
δυνάμεις

Οδοντικόληκτα σε –ων, -οντος  και –ας, –αντος  

Ονομ.
γέρων
ἀνδριάς
οἱ
γέροντες
ἀνδριάντες
Γεν.
τοῦ
γέροντος
ἀνδριάντος
τῶν
γερόντων
ἀνδριάντων
Δοτ.
τῷ
γέροντι
ἀνδριάντι
τοῖς
γέρουσι
ἀνδριᾶσι(ν)
Αιτ.
τόν
γέροντα
ἀνδριάντα
τούς
γέροντας
ἀνδριάντας
Κλητ.
(ὦ)
γέρον
ἀνδριάς
(ὦ)
γέροντες
ἀνδριάντες



ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ

Α.  Προσωπικές

ΕΝΙΚΟΣ  ΑΡΙΘΜΟΣ

α΄ πρόσωπο
β΄ πρόσωπο
γ΄ πρόσωπο
Ονομ.
ἐγώ
σύ
-
Γεν.
ἐμοῦ, μου
σοῦ, σου
(οὗ)
Δοτ.
ἐμοί, μοι
σοί, σοι
οἷ, οἱ
Αιτ.
ἐμέ, με
σέ, σε
(ἕ)

ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΣ  ΑΡΙΘΜΟΣ
Ονομ.
ἡμεῖς
ὑμεῖς
(σφεῖς)
Γεν.
ἡμῶν
ὑμῶν
(σφῶν)
Δοτ.
ἡμῖν
ὑμῖν
σφίσι(ν)
Αιτ.
ἡμᾶς
ὑμᾶς
(σφᾶς)

Β.  Δεικτικές

ΕΝΙΚΟΣ  ΑΡΙΘΜΟΣ                                  ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΣ  ΑΡΙΘΜΟΣ

αρσ.
θηλ.
ουδ.
αρσ.
θηλ.
ουδ.
Ονομ.
οὗτος
αὕτη
τοῦτο
οὗτοι
αὗται
ταῦτα
Γεν.
τούτου
ταύτης
τούτου
τούτων
τούτων
τούτων
Δοτ.
τούτῳ
ταύτῃ
τούτῳ
τούτοις
ταύταις
τούτοις
Αιτ.
τοῦτον
ταύτην
τοῦτο
τούτους
ταύτας
ταῦτα
Κλητ.
(ὦ)οὗτος
αὕτη
-
-
-
-

Γ.  Κτητικές

Για έναν κτήτορα
α΄ πρόσωπο: ἐμός, ἐμή, ἐμόν (=δικός μου, δική μου, δικό μου)
β΄ πρόσωπο: σός, σή, σόν (=δικός σου, δική σου, δικό σου)
γ΄ πρόσωπο: ἑός, ἑή, ἑόν (=δικός του, δική του, δικό του)

Για πολλούς κτήτορες
α΄ πρόσωπο: ἡμέτερος, ἡμετέρα, ἡμέτερον (=δικός μας, δική μας, δικό μας)
β΄ πρόσωπο: ὑμέτερος, ὑμετέρα, ὑμέτερον (=δικός σας, δική σας, δικό σας)
γ΄ πρόσωπο: σφέτερος, σφετέρα, σφέτερον (=δικός τους, δική τους, δικό τους)




ΡΗΜΑΤΑ
 

Το  Βοηθητικό Ρήμα Εἰμί (=είμαι)
ΟΡΙΣΤΙΚΗ
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εἰμί
ἦ, ἦν
ἔσομαι
εἶ
ἦσθα
ἔσῃ, ἔσει
ἐστί(ν)
ἦν
ἔσται
ἐσμέν
ἦμεν
ἐσόμεθα
ἐστέ
ἦτε
ἔσεσθε
εἰσί(ν)
ἦσαν
ἔσονται




ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ
ΕΝΕΣΤΩΤΑ
ΜΕΛΛΟΝΤΑ
εἶναι
ἔσεσθαι
ΜΕΤΟΧΗ
ὤν
ἐσόμενος
οὖσα
ἐσομένη
ὄν
ἐσόμενον














Α΄ ΣΥΖΥΓΙΑ (-ω) Βαρύτονα
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
ΟΡΙΣΤΙΚΗ
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
ΠΑΡΑΚΕΙΜ.
ΥΠΕΡΣΥΝ.
Λύω
ἔλυον
λύσω
ἔλυσα
λέλυκα
ἐλελύκειν
Λύεις
ἔλυες
λύσεις
ἔλυσας
λέλυκας
ἐλελύκεις
Λύει
ἔλυε(ν)
λύσει
ἔλυσε(ν)
λέκυκε(ν)
ἐλελύκει
λύομεν
ἐλύομεν
λύσομεν
ἐλύσαμεν
λελύκαμεν
ἐλελύκεμεν
Λύετε
ἐλύετε
λύσετε
ἐλύσατε
λελύκατε
ἐλελύκετε
λύουσι(ν)
ἔλυον
λύσουσι(ν)
ἔλυσαν
λελύκασι(ν)
έλελύκεσαν
ΑΠΑΡΕΜΦ.


λύειν


-


λύσειν


λῦσαι


λελυκέναι


-
ΜΕΤΟΧΗ


λύων
λύουσα
λῦον


-


λύσων
λύσουσα
λῦσον


λύσας
λύσασα
λῦσαν


λελυκώς
λελυκυῖα
λελυκός


-


ΜΕΣΗ ΦΩΝΗ
ΟΡΙΣΤΙΚΗ
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
ΠΑΡΑΚΕΙΜ.
ΥΠΕΡΣΥΝ.
λύομαι
ἐλυόμην
λύσομαι
ἐλυσάμην
λέλυμαι
ἐλελύμην
λύῃ(ει)
ἐλύου
λύσῃ(ει)
ἐλύσω
λέλυσαι
έλέλυσο
λύεται
ἐλύετο
λύσεται
ἐλύσατο
λέλυται
ἐλέλυτο
λυόμεθα
ἐλυόμεθα
λυσόμεθα
ἐλυσάμεθα
λελύμεθα
ἐλελύμεθα
λύεσθε
ἐλύεσθε
λύσεσθε
ἐλύσασθε
λέλυσθε
ἐλέλυσθε
λύονται
ἐλύοντο
λύσονται
ἐλύσαντο
λέλυνται
έλέλυντο
ΑΠΑΡΕΜΦ.


λύεσθαι


-


λύσεσθαι


λύσασθαι


λελύσθαι


-
ΜΕΤΟΧΗ


λυόμενος
λυομένη
λυόμενον


-


λυσόμενος
λυσομένη
λυσόμενον


λυσάμενος
λυσαμένη
λυσάμενον


λελυμένος
λελυμένη
λελυμένον


-

ΑΦΩΝΟΛΗΚΤΑ ΡΗΜΑΤΑ
ΜΕΣΗ ΦΩΝΗ
ΟΡΙΣΤΙΚΗ
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ

πέπραγμαι
πέπραξαι
πέπρακται
πεπράγμεθα
πέπραχθε
πεπραγμένοι εἰσί(ν)
ἐπεπράγμην
ἐπέπραξο
ἐπέπρακτο
ἐπεπράγμεθα
ἐπέπραχθε
πεπραγμένοι ἦσαν
ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ Παρακ.
πεπρᾶχθαι

ΜΕΤΟΧΗ Παρακ.
πεπραγμένος
πεπραγμένη
πεπραγμένον
γέγραμμαι
γέγραψαι
γέγραπται
γεγράμμεθα
γέγραφθε
γεγραμμένοι εἰσί(ν)
ἐγεγράμμην
ἐγέγραψο
ἐγέγραπτο
ἐγεγράμμεθα
ἐγέγραφθε
γεγραμμένοι ἦσαν
ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ Παρακ.
γεγράφθαι
ΜΕΤΟΧΗ Παρακ.
γεγραμμένος
γεγραμμένη
γεγραμμένον
πέπεισμαι
πέπεισαι
πέπεισται
πεπείσμεθα
πέπεισθε
πεπεισμένοι εἰσί(ν)
ἐπεπείσμην
ἐπέπεισο
ἐπέπειστο
ἐπεπείσμεθα
ἐπέπεισθε
πεπεισμένοι ἦσαν
ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ Παρακ.
πεπεῖσθαι
ΜΕΤΟΧΗ Παρακ.
πεπεισμένος
πεπεισμένη
πεπεισμένον