Η Γέννηση του Αδάμ

Η Γέννηση του Αδάμ

Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2016

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ ΠΕΡΙ ΕΙΡΗΝΗΣ( μετάφραση-ανάλυση)



ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Ενότητα Α΄ (§§ 1 - 2): Προοίμιο
§ 1
Όλοι γενικά όσοι ανέρχονται σ’ αυτό εδώ το βήμα συνηθίζουν να λένε ότι τα πιο σημαντικά και τα πιο αξιοπρόσεκτα (ζητήματα) για την πόλη είναι εκείνα, για τα οποία οι ίδιοι πρόκειται να δώσουν συμβουλές• αλλά όμως, αν ταίριαζε να κάνει κάποιος έναν τέτοιο πρόλογο και για μερικά άλλα (θέματα), μου φαίνεται ότι επιβάλλεται και για σημερινά ζητήματα από αυτό το σημείο να αρχίσει.

§ 2
Γιατί έχουμε έρθει για να συζητήσουμε για πόλεμο και ειρήνη, (πράγματα) που έχουν πολύ μεγάλη σημασία για τη ζωή των ανθρώπων, και για τα οποία είναι ανάγκη αυτοί που αποφασίζουν σωστά να ευτυχούν περισσότερο από τους άλλους. Τόσο μεγάλη λοιπόν είναι η σπουδαιότητα (των θεμάτων ) εκείνων, για τα οποία έχουμε συγκεντρωθεί.


Ενότητα Β΄ (§§ 14 -16)
§ 14
Εγώ όμως ξέρω ότι είναι δύσκολο να εναντιώνομαι στις προθέσεις σας και ότι, παρόλο που υπάρχει δημοκρατία, δεν υπάρχει ελευθερία λόγου, με εξαίρεση εδώ για όσους είναι πάρα πολύ ανόητοι και δε σας φροντίζουν καθόλου, και στο θέατρο για τους κωμικούς ποιητές• αυτό είναι και το πιο φοβερό απ’ όλα, ότι δηλαδή αυτούς που κάνουν γνωστά στους Έλληνες τα σφάλματα της πόλης τόσο πολύ (τους) ευγνωμονείτε, όσο ούτε όσους (σας) ευεργετούν, ενώ ενάντια σ’ όσους σας επιπλήττουν και σας συμβουλεύουν οργίζεστε τόσο πολύ, όπως ακριβώς (οργίζεστε) ενάντια σ’ όσους κάνουν κάτι κακό στην πόλη.•

§ 15
Όμως μολονότι υπάρχουν αυτά, δε θα μπορούσα να απομακρυνθώ από όσα σκέφτηκα. Γιατί έχω ανέβει στο βήμα, όχι για να σας γίνω ευχάριστος ούτε για να επιζητήσω την εκλογή μου ως άρχοντα, αλλά για να εκφράσω τη γνώμη μου γι’ αυτά που τυχαίνει να γνωρίζω, πρώτα σχετικά με όσα έχουν προτείνει οι πρυτάνεις, έπειτα σχετικά με τις υπόλοιπες υποθέσεις της πόλης• γιατί δε θα υπάρξει καμιά ωφέλεια από όσα έχουν αποφασιστεί τώρα για την ειρήνη, αν δεν αποφασίσουμε σωστά για τα υπόλοιπα.

§ 16
Υποστηρίζω λοιπόν ότι πρέπει να κάνουμε ειρήνη όχι μόνο με τους Χίους και τους Ρόδιους και τους Βυζάντιους και τους Κώους, αλλά και με όλους γενικά τους ανθρώπους, και να εφαρμόζουμε τις συνθήκες, όχι αυτές που τώρα κάποιοι έχουν προτείνει, αλλά αυτές που συμφωνήθηκαν με το βασιλιά και τους Σπαρτιάτες, και που επιβάλλουν να είναι αυτόνομοι οι Έλληνες και να αποχωρήσουν οι φρουρές από τις ξένες πόλεις και ο καθένας να έχει τη δική του (πόλη). Γιατί δε θα βρούμε ούτε πιο δίκαιες ούτε πιο επωφελείς για την πόλη (μας) από αυτές (τις συνθήκες).


Ενότητα Δ΄ (§§ 63 –64)
§ 63
Όσα λοιπόν πρέπει να έχουν αυτοί που πρόκειται να ευτυχήσουν, δηλαδή την ευσέβεια, τη σύνεση και τη δικαιοσύνη και την άλλη αρετή, τα έχουμε αναφέρει λίγο πρωτύτερα• ωστόσο πώς μπορούμε να εκπαιδευτούμε το ταχύτερο με σκοπό να γίνουμε ενάρετοι χαρακτήρες, είναι αλήθεια αυτό που θα πούμε, ίσως όμως σε σας, αν το ακούσετε, μπορεί να φανεί ότι είναι φοβερό και πολύ διαφορετικό από των τρόπο σκέψης των άλλων.
§ 64
Εγώ δηλαδή πιστεύω ότι και την πόλη εμείς θα διοικήσουμε καλύτερα, και ότι οι ίδιοι θα είμαστε καλύτεροι και θα προοδεύσουμε σε όλες γενικά τις πράξεις, αν σταματήσουμε να επιθυμούμε την ηγεμονία στη θάλασσα. Γιατί αυτή είναι που και τώρα προκάλεσε σε μας ταραχές και κατέλυσε τη δημοκρατία εκείνη με την οποία ζούσαν οι πρόγονοί μας και ήταν οι πιο ευτυχισμένοι από του Έλληνες, και (που είναι) σχεδόν αιτία όλων γενικά των συμφορών, και που έχουμε οι ίδιοι, και που προξενούμε στους άλλους.
ΓΕΝΙΚΑ

Ο λόγος του Ισοκράτη «Περὶ εἰρήνης» γράφτηκε και κυκλοφόρησε ως πολιτικό φυλλάδιο το 356 π.Χ., λίγο πριν από τη μάχη στα Έμβατα, που ανάγκασε τους Αθηναίους να παραιτηθούν από την κυριαρχία στη θάλασσα.
Ο Ισοκράτης υποστηρίζει ότι η σύναψη μιας καθολικής ειρήνης θα ωφελήσει όλους τους Έλληνες αλλά περισσότερο την Αθήνα. Απαιτούνται όμως βαθιές αλλαγές στην εσωτερική πολιτική κι εγκατάλειψη της θαλάσσιας ηγεμονίας. Αυτή η φιλειρηνική πολιτική προκαλεί σοβαρές αντιδράσεις, διότι οι Αθηναίοι έχουν ήδη εμπλακεί σε πόλεμο εναντίον των παλαιών σύμμαχων, που με την αποστασία τους ζημίωσαν το αθηναϊκό κράτος (Συμμαχικός πόλεμος 357 – 355 π.Χ.).
Ο «Περὶ εἰρήνης» λόγος του Ισοκράτη ανήκει στους επιδεικτικούς λόγους του και χαρακτηρίζεται «ἀπὸ ὑψηλὴν τέχνην, ἐπιδεικτικὸν ὕφος, γλαφυρότητα, σαφήνειαν, τελειότητητα εἰς τὴν δομὴν τῶν περιόδων καὶ πολλὰ σχήματα λόγου» (βλ. Ἀριστ. Σκιαδᾶ Ἑλληνικὴ Γραμματολογία, Ἀθῆναι 1977).
Ο λόγος παρά τις συχνές επαναλήψεις και παρεκβάσεις χωρίζεται ευδιάκριτα
σε προοίμιο (§§ 1 - 15), πρόθεση (§ 16), απόδειξη (§§ 17 -144) και επίλογο (§ 145).
Κατά τον Αριστοτέλη ουσιώδη μέρη του λόγου είναι η πρόθεση και η απόδειξη (πίστις). («Ἀναγκαῖα ἄρα μόρια, πρόθεσις καὶ πίστις. Ἴδια μὲν οὖν ταῦτα, τὰ δὲ πλεῖστα προοίμιον, πρόθεσις, πίστις, ἐπίλογος•» (Ρητορ. Γ΄ 1414b 6)).
Στο προοίμιο (§§ 1 -15) ο Ισοκράτης τονίζει τη σημασία μιας ειλικρινούς συζητήσεως (§§ 1 -2) και τη δυσκολία που αντιμετωπίζει στην προσπάθειά *του να ακουσθεί η αλήθεια από τους Αθηναίους (§§ 3 -15).

§§ 1-15: ΠΡΟΟΙΜΙΟ
ΕΝΟΤΗΤΑ Α΄ (§§ 1 -2): Προοίμιο

Βασική επιδίωξη του Ισοκράτη σ’ αυτή την ενότητα του προοιμίου είναι να τονιστεί η σπουδαιότητα των θεμάτων που πρόκειται να συζητηθούν στην Εκκλησία του Δήμου. Ταυτόχρονα βέβαια ν’ αντιληφθούν οι Αθηναίοι ότι πρέπει ν’ αντιμετωπίσουν την πρόταση του για ειρήνη με σοβαρότητα και υπευθυνότητα.

§ 1
«ἅπαντες μὲν εἰώθασιν οι παριόντες» (γενίκευση): Τοποθετεί το λόγο του μεταξύ αυτών που εκφωνούνται στην Εκκλησία του Δήμου, αν και ο «Περὶ εἰρήνης» λόγος ποτέ δεν εκφωνήθηκε αλλά κυκλοφόρησε ως πολιτικό φυλλάδιο (δραματοποίηση). Μ’ αυτόν τον τρόπο προσπαθεί να προσδώσει αξιοπιστία στα λεγόμενά του.

§ 2
ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ (μ’ αυτό εφιστά την προσοχή των ακροατών για τις μελλοντικές τους αποφάσεις και ενέργειες):
Ο ρήτορας τονίζει ότι η ευτυχία (εὖ πράττειν) προέρχεται από τις ορθές αποφάσεις.
Για να δοθεί η εντύπωση ότι ο λόγος εκφωνήθηκε και να κερδίσουν κύρος οι προτάσεις του ρήτορα, χρησιμοποιούνται οι εξής εκφράσεις:
- ἐνθάδε: ο αναγνώστης φαντάζεται ότι ο ομιλητής δείχνει με χειρονομίες το χώρο της Εκκλησίας του Δήμου (δραματοποίηση).
- περὶ τῶν παρόντων: το θέμα παρουσιάζεται ως ένα ζήτημα που απασχολεί την Εκκλησία του Δήμου (δραματοποίηση).
 Το α΄ πληθυντικό πρόσωπο:- ἥκομεν … ἐκκλησιάσοντες - συνεληλύθαμεν δηλώνει ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μια συνεδρίαση της Εκκλησίας του δήμου (δραματοποίηση).

 1) εύνοια ακροατών: ο ρήτορας ευθυγραμμίζεται με την:ΣΚΟΠΟΙ §§ 1-2 τακτική των ρητόρων να υπογραμμίζουν τη σπουδαιότητα των θεμάτων, για τα οποία θα προσφέρουν συμβουλές,
2) προσοχή ακροατών – αναγνωστών: προβάλλει το πόσο σημαντικό το αντικείμενο της αγόρευσης,
 θέτει το ζήτημα ( «ἥκομεν γάρ ἐκκλησιάσοντες περὶ πολέμου καὶ εἰρήνης» ).:3) ευμάθεια (ενημέρωση) ακροατών – αναγνωστών
ΕΝΟΤΗΤΑ Β΄ (§§ 17-27) [από μετάφραση]
Από την § 17 ξεκινά το κυρίως μέρος του λόγου, όπου παρατίθενται οι πίστεις. Στην πρώτη ενότητα των πίστεων (§§ 17-27) ο ρήτορας ασχολείται με τα πλεονεκτήματα από την ειρήνη, που εγγυάται την αυτονομία των ελληνικών πόλεων.

§§ 17-18
Ο ρήτορας γνωρίζει καλά ότι η πρόταση που διατύπωσε στην §16, δηλ. η εγκατάλειψη των κτήσεων της Αθήνας, θα δημιουργήσει δυσαρέσκεια στους ακροατές – αναγνώστες του. Σπεύδει λοιπόν να δώσει τη διαβεβαίωση ότι είναι ανόητοι και παράφρονες αυτοί που θεωρούν πλεονεκτήματα την αδικία και τη βίαιη κατοχή ξένων πόλεων («νομίζω πως όλοι μας…τέτοιου είδους ενέργειες»). Ο χαρακτηρισμός της αντίθετης άποψης ως ανόητης και παράφρονος αποτελεί υπερβολή, με την οποία όμως ο ρήτορας θέλει να αναστρέψει τις ενδεχόμενες εις βάρος του κατηγορίες, ώστε μα μην τον χαρακτηρίσουν «εθνικό μειοδότη» (σχήμα προλήψεως ή προκαταλήψεως). Είναι σα να τους λέει: Δε διατρέχει κανένα κίνδυνο η πόλη από τις απόψεις μου• αντίθετα όσοι ακολουθείτε φιλοπόλεμη πολιτική είστε ανόητοι και παράφρονες και κατά συνέπεια οι πλέον επικίνδυνοι. Αυτό διδάσκει και η ιστορία. Όταν την τύχη ενός λαού χειρίζονται «ανόητοι» και «παράφρονες», συνήθως τον οδηγούν σε μεγάλες εθνικές περιπέτειες και τραγωδίες. Προτάσσεται, κατά τον Ισοκράτη, η συζήτηση για την ειρήνη, καθώς η σωστή απόφαση θα βοηθήσει την επιτυχημένη αντιμετώπιση των άλλων θεμάτων.
Οι §§17-18 αποτελούν ένα είδος προλόγου για την ενότητα §§ 17-27• τα επιχειρήματα αρχίζουν από την αμέσως επόμενη παράγραφο.

§§ 19-21
Το πρώτο επιχείρημα λαμβάνεται από το κεφάλαιο του συμφέροντος. Ο ρήτορας εξηγεί ότι όλα τα αγαθά, τα οποία στερήθηκαν οι Αθηναίοι εξαιτίας του πολέμου, θα τα απολαύσουν:
α. αν συνάψουν ειρήνη
β. αν σεβαστούν τις κοινές συνθήκες,
αφού η πόλη θα διπλασιάσει τα έσοδά της και θα αποκτήσει ξανά οικονομική ευρωστία.
Το επιχείρημα αυτό ο ρήτορας το εισάγει με μια ρητορική ερώτηση («Άραγε μπορεί…υπόληψη;»), η οποία δίνει ζωντάνια στο ύφος και δραματοποιεί το λόγο. Αυτό που εντυπωσιάζει τον αναγνώστη είναι ότι ο ίδιος ο ρήτορας απαντά στην ερώτησή του («Εγώ βέβαια φρονώ…ευτυχισμένη»). Αμέσως μετά, και ως το τέλος της § 21, επιδιώκεται ο εντυπωσιασμός των ακροατών – αναγνωστών με την παράθεση των υλικών αγαθών, που θα προκύψουν σε περίπτωση που επικρατήσει η ειρήνη.

§§ 22-23
Το επόμενο επιχείρημα, το οποίο ο ρήτορας εισήγαγε επιδέξια με το τελευταίο τμήμα της § 21, είναι το εξής: όσα δεν είναι δυνατό να ανακτηθούν με πόλεμο και μεγάλες δαπάνες, μπορούν να ανακτηθούν με τη διπλωματική οδό.
Χρησιμοποιώντας και πάλι την υπερβολή υποστηρίζει ότι ο Κερσοβλέπτης και ο Φίλιππος:
- θα αποχωρήσουν από τις αθηναϊκές κτήσεις.
- θα παραχωρήσουν και μέρος από τις δικές τους, διότι θα αισθάνονται ασφαλείς. Φυσικά τα γεγονότα που ακολούθησαν δε δικαίωσαν την αισιοδοξία του Ισοκράτη.

§ 24
Στη συνέχεια ο ρήτορας συνδέει την επίλυση ενός σοβαρού κοινωνικού προβλήματος με την άσκηση σωστής εξωτερικής πολιτικής, επεκτείνοντας έτσι το επιχείρημα που αφορά τη διπλωματία: προτείνει τη δραστηριοποίηση της Αθήνας για την ίδρυση αποικιών. Την άποψη αυτή τη στηρίζει με δύο ιστορικά παραδείγματα (την περίπτωση του Αθηνόδωρου και του Καλλίστρατου). Με τη πρότασή του αυτή ο Ισοκράτης επιδιώκει να συγκινήσει τους Αθηναίους πολίτες (ιδίως των κατώτερων στρωμάτων). Η § 24 καταλήγει με μια προτροπή, με την οποία ο ρήτορας επιδιώκει να φιλοτιμήσει τους συμπολίτες του• τονίζει ότι οι Αθηναίοι έχουν χρέος να πρωτοστατούν σε έργα ειρηνικά, όχι σε έργα πολέμου.

§ 25
Με την § 25 ο Ισοκράτης διακόπτει για λίγο την παράθεση των επιχειρημάτων του• καθώς γνωρίζει τις παλινωδίες των Αθηναίων, ζητά να αποφασίσει η Εκκλησία του Δήμου:
- όχι μόνο τη συνομολόγηση ειρήνης
- αλλά και την εφαρμογή των μέτρων για τη διασφάλιση της ειρήνης.

§ 26 –27
Αμέσως μετά επανέρχεται στα επιχειρήματα του, υπογραμμίζοντας πόσο περισσότερο ωφελεί και συμφέρει η πολιτική της ησυχίας, της δικαιοσύνης και της φροντίδας των υποθέσεων της πόλης από την πολιτική της πολυπραγμοσύνης, της αδικίας και της επιθυμίας των ξένων πραγμάτων. Την ιδέα αυτή την εκφράζει με την αντιπαράθεση αντίθετων λέξεων (σχήμα αντίθετο):
 πολυπραγμοσύνη¹ ησυχία ®
ωφέλιμη επικερδής
 δικαιοσύνη®  αδικία¹
 φροντίδα για τα δικά μας® ¹ επιθυμία ξένων πραγμάτων

Κλείνοντας την ενότητα §§ 17 –27 δηλώνει ότι θα τολμήσει να διαφοροποιηθεί από τους άλλους ρήτορες, καθώς θα αφιερώσει το μεγαλύτερο τμήμα του λόγου του στην ανάπτυξη όχι συνηθισμένων θεμάτων (δήλωση της ποιότητας των προς ανάπτυξη θεμάτων και διέγερση της περιέργειας των ακροατών), κάτι που αποτελεί κοινό τόπο πολλών ρητορικών λόγων. Κατά συνέπεια ο λόγος θα είναι εκτενής (προεξαγγελία της μεγάλης έκτασης): θα θίξει πολλά ζητήματα και θα χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα (καταβολή κάθε προσπάθειας για επίτευξη πειθούς):
- υπενθύμιση
- επίκριση
- έπαινο
- παραίνεση.
Πάντως εξακολουθεί να πιστεύει ότι είναι πολύ δύσκολο να πείσει ένα τόσο δύστροπο ακροατήριο, όπως τους ἐκκλησιάζοντες Αθηναίους (έμμεση παρουσιάσει του ήθους των ακροατών).

ΕΝΟΤΗΤΑ Δ΄ (§§ 63-64)
§ 63
Υπενθυμίζει στους συμπολίτες του ότι η ευτυχία εξαρτάται από:
-την ευσέβεια
-τη δικαιοσύνη
-τη σωφροσύνη
-την άλλη αρετή.
Εκμεταλλεύεται τον πόθο Αθηναίων να απαλλαγούν από τα προβλήματα που δημιούργησε ο συμμαχικός πόλεμος. Με το δέλεαρ της ευδαιμονίας θέλει να προσελκύσει την προσοχή των Αθηναίων για ό,τι θα τους συμβουλεύσει.

«ἴσως δ’ ἄν…διανοίας»:ΣΧΗΜΑ ΠΡΟΛΗΨΕΩΣ ή ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΕΩΣ
Γνωρίζοντας ότι οι παραινέσεις του θα δημιουργήσουν άσχημα συναισθήματα προσπαθεί να προδιαθέσει τους συμπολίτες προς αποφυγή δυσμενών αντιδράσεων.

§ 64
Ο Ισοκράτης πιστεύει ότι οι Αθηναίοι θα μπορέσουν να οργανώσουν καλύτερα την εσωτερική ζωή της πόλης και να προοδεύσουν σ’ όλους τους τομείς, εάν εγκαταλείψουν τη θαλάσσια ηγεμονία.
ΥΠΕΡΒΟΛΗ: Η Αθηναϊκή ηγεμονία στη θάλασσα είναι υπεύθυνη:
- των τωρινών αναταραχών,
- της κατάλυσης του δημοκρατικού πολιτεύματος,
- όλων των συμφορών που αντιμετωπίζουν οι Αθηναίοι ή προξενούν στους άλλους Έλληνες.
Με την υπερβολή επιδιώκει να εντυπωσιάσει τους αναγνώστες του (ΗΘΟΣ ακροατών).
Με την έκφραση θαυμασμού προς τη δημοκρατία Σόλωνα και τη Κλεισθένη, στοχεύει στην ευαισθησία ακροατών – αναγνωστών του σε θέματα δημοκρατίας (ΗΘΟΣ ακροατών).

Π Ρ Ο Ο Ι Μ Ι Ο §§ 1 – 2
Ποια τεχνική χρησιμοποιεί ο Ισοκράτης στην αρχή του λόγου του;
Τεχνική που χρησιμοποιεί ο Ισοκράτης στην αρχή του λόγου του ονομάζεται
γενίκευση. Με τη φράση «ἅπαντες μὲν εἰώθασιν» αναφέρετε στη συνήθεια των ρητόρων να τονίζουν τη σπουδαιότητα των θεμάτων για τα οποία θα έκαναν λόγο δίνοντας τις συμβουλές τους στους συμπολίτες τους. Η τεχνική αυτή εξυπηρετεί την αξιοπιστία του λόγου του Ισοκράτους, γιατί με τον τρόπο αυτό τοποθετεί το λόγο του ανάμεσα σ’ αυτούς που εκφωνούνται στην Εκκλησία του Δήμου, και όπως γνωρίζουμε, ο λόγος αυτός – όπως και όλοι του ίδιου ρήτορα – δεν εκφωνήθηκε ποτέ, αλλά κυκλοφόρησε ως πολιτικό φυλλάδιο, όμως όσον αφορά στη σπουδαιότητα των προτάσεων δεν ήταν καθόλου κατώτερος από αυτούς των άλλων ρητόρων, οι οποίοι αγόρευαν.

Ποιο είναι το θέμα για το οποίο θα κάνει λόγο ο Ισοκράτης στον συμβουλευτικό
αυτό λόγου του; Να επισημάνετε τις λέξεις του κειμένου που αναφέρονται σ’ αυτό.
Ο Ισοκράτης στο λόγο του αυτού μιλά για ένα πολύ σοβαρό, για τους πολίτες και την
πόλη γενικότερα, θέμα. Συγκεκριμένα, ο λόγος αυτός γράφτηκε κατά τη διάρκεια του
Συμμαχικού πολέμου και ο ρήτορας θα αναφερθεί στη ειρήνη και τον πόλεμο και τις
συνέπειες που έχουν στη ζωή των ανθρώπων και των πόλεων-κρατών. Θα πρέπει να
αποφασίσουν με σύνεση, εξετάζοντας όλα τα ενδεχόμενα, γιατί από την απόφασή τους αυτή εξαρτάται άμεσα η ευτυχία ή η δυστυχία τους.
Στο θέμα αυτό αναφέρεται το δεύτερο μέρος του προοιμίου: «ἥκομεν γὰρ
ἐκκλησιάσοντες περὶ πολέμου καὶ εἰρήνης, μεγίστην ἔχει δύναμιν ἐν τῷ βίῷ τῷ τῶν
ἀνθρώπων, καὶ περὶ ὧν ἀνάγκη τοὺς ὀρθῶς βουλευομένους ἄμεινον τῶν ἄλλων
πράττειν· τὸ μὲν μέγεθος, ὑπὲρ ὧν συνελυλήθαμεν, τηλικοῦτὸ ἐστίν».

Π Ρ Ο Ο Ι Μ Ι Ο §§ 14 – 16

Να επισημάνετε τις αντιθέσεις που, κατά τον Ισοκράτη, απεικονίζουν την
αλλαγή του ήθους της Αθηναϊκής κοινωνίας. Να προσπαθήσετε να εξηγήσετε τα αίτια
τους και να αναπτύξετε αυτή που κατά τη γνώμη σας είναι περισσότερο σημαντική.
Η πρώτη αντίθεση που επισημαίνει ο Ισοκράτης είναι ότι, μολονότι το πολίτευμα της
Αθήνας είναι η δημοκρατία, δεν υπάρχει «παρρησία», δηλαδή δεν παραχωρείται ελευθερία
λόγου. Δυστυχώς οι Αθηναίοι τυφλωμένοι από τους δημαγωγούς μπορούσαν να ανεχθούν
μόνο όσους εξέφραζαν απόψεις αρεστές στα αφτιά τους, ενώ όσοι τολμούσαν να
διατυπώσουν κάτι διαφορετικό από εκείνο πού είχαν συνηθίσει να ακούν – αλλά κατά τα άλλα απόλυτα συμφέρον για την πόλη και τους ίδιους – θορυβούσαν διακόπτοντας την αγόρευσή τους· στερώντας τους δηλαδή το δικαίωμα που αυτονόητα διασφάλιζε το δημοκρατικό πολίτευμα. Αυτό το δικαίωμα, κατά τον ρήτορα, παραχωρούνταν στην εποχή του μόνο στους ασύνετους ρήτορες και στους ποιητές των κωμωδιών, παρόλο που αποκάλυπταν στους ξένους τις αδυναμίες της πόλης. Σ’ αυτό το σημείο βρίσκεται η δεύτερη αντίθεση, ενώ η Τρίτη έγκειται στο ότι οι Αθηναίοι θεωρούσαν πως έπρεπε να χρωστούν ευγνωμοσύνη σ’ αυτούς τους ανθρώπους – τους δημοκόλακες – όση δεν ένιωθαν ότι έπρεπε να χρωστούν στους ευεργέτες τους και, αντίθετα, όσους νοιάζονταν για αυτούς και τους έκριναν αυστηρά για να βελτιωθούν, τους αντιμετώπιζαν εχθρικά.
Περισσότερο σημαντική είναι η πρώτη αντίθεση, γιατί υπηρετεί τη δημοκρατία. Η
κατοχύρωση αυτού του δικαιώματος, της πλήρους δηλαδή ελευθερίας του λόγου, θα είχε ως αποτέλεσμα να ακούγονται όλες οι απόψεις και οι ορθές και οι μη, και οι συμφέρουσες ή όχι και στη συνέχεια υπεύθυνα οι πολίτες θα επέλεγαν την ορθότερη.

Τι γνωρίζετε για τους πρυτάνεις της εποχής του Ισοκράτη;
Οι πρυτάνεις την εποχή του ρήτορα και, γενικά, τον 4ο αιώνα ήταν πενήντα
βουλευτές μιας φυλής, οι οποίοι για 35 ή 36 ημέρες ασκούσαν την εξουσία. Η σειρά με την
οποια κάθε φυλή είχε αυτή την τιμή καθοριζόταν με κλήρο. Οι πρυτάνεις έμεναν και σιτίζονταν στη Θόλο, ένα ειδικό κυκλικό οικοδόμημα στην Αγορά και αμείβονταν με έναν οβολό περισσότερο από τους άλλους βουλευτές. Καθημερινά κληρώνονταν ο επιστάτης των πρυτάνεων, πρόεδρος της Βουλής και της Εκκλησίας του Δήμου, ο οποίος είχε στα χέρια του, για ένα ημερονύχτιο, τα κλειδιά των ιερών, όπου φυλάσσονταν οι θησαυροί και τα αρχεία, καθώς και η σφραγίδα του κράτους.
Κατά τον 4ο αι. π.Χ. την προεδρία των συνελεύσεων είχε ο επιστάτης των εννέα
προέδρων, οι οποίοι εκλέγονταν ανάμεσα στους βουλευτές των φυλών που δεν είχα την
πρυτανεία. Με τη μεσολάβηση των πρυτάνεων η Βουλή ερχόταν σε επαφή με την Εκκλησία
του Δήμου, τους άρχοντες και τους απλούς πολίτες. Αυτοί συγκαλούσαν επίσης σε
περίπτωση ανάγκης τη Βουλή, την Εκκλησία του Δήμου και τους στρατηγούς. Τέλος,
πρότειναν στις συνελεύσεις τα σχέδια νόμων (προβουλεύματα), τα οποία, όταν ψηφίζονταν
από το δήμο, αποκτούσαν ισχύ νόμων.

Ποια διαφορά διακρίνετε στον κοινωνικό ρόλο των πρυτάνεων στην αρχαία
Αθήνα και στην σύγχρονη εποχή;
Στην αρχαία Αθήνα οι πρυτάνεις αποτελούσα ένα είδος κυβέρνησης, με τη σημερινή
σημασία. Ασκούσανε, δηλαδή εκτελεστική εξουσία και αυξημένες δραστηριότητες.
Μεσολαβούσαν για να έλθει σε επαφή η Βουλή με την Εκκλησία του Δήμου, τους άρχοντες
και τους απλούς πολίτες. Είχαν στην κατοχή τους τα κλειδιά των ιερών, όπου φυλάσσονταν οι θησαυροί και τα αρχεία, καθώς και η σφραγίδα του κράτους. Σε περίπτωση ανάγκης
συγκαλούσαν τη Βουλή, την Εκκλησία του Δήμου και τους στρατηγούς. Πέρα από την
εκτελεστική, ασκούσανε και νομοθετική εξουσία, αφού πρότειναν στις συνελεύσεις τα σχέδια νόμων – προβουλεύματα – τα οποία, όταν ψηφίζονταν από το δήμο, αποκτούσαν ισχύ νόμων.
Σήμερα, πρυτάνεις ονομάζονται οι καθηγητές πανεπιστημίου, οι οποίοι εκλέγοντα για
ορισμένο χρονικό διάστημα ως προϊστάμενοι των ανώτερων και ανώτατων εκπαιδευτικών
ιδρυμάτων και ασχολούνται κυρίως με ζητήματα της εκπαιδευτικής κοινότητας.
Διαπιστώνουμε, λοιπόν, ότι ο ρόλος των πρυτάνεων σήμερα είναι πιο εξειδικευμένος
και περιορισμένων καθηκόντων συγκριτικά με την αρχαιότητα και ότι ελάχιστα μπορούν να
επιδράσουν και να διαμορφώσουν την κοινωνία.

Γιατί πρέπει, κατά τον Ισοκράτη, να προηγηθεί η συζήτηση για την εσωτερική
αναδιάρθρωση του κράτους και να ακολουθήσει η συζήτηση για τη σύναψη της
ειρήνης.
Κατά τον Ισοκράτη, έπρεπε να προηγηθεί η συζήτηση για την εσωτερική
αναδιάρθρωση του κράτους διότι μόνο αν γίνονταν κάποιες μεταρρυθμίσεις που αφορούσαν στη λειτουργία της δημοκρατίας και της πόλης γενικότερα, θα είχε νόημα η σύναψη της ειρήνης που την προτείνει. Μόνο αν άλλαξε αυτή η νοοτροπία που είχαν οι συμπολίτες του στο πλαίσιο της δημοκρατίας αλλά και στη στάση τους απέναντι στις υπόλοιπες ελληνικές πόλεις, μόνο αν έπαυαν να έχουν επεκτατικές βλέψεις και παραιτούνταν από την προσπάθεια να κυριαρχήσουν σ’ αυτές, τότε μόνο θα επικρατούσε το δίκαιο και θα εξυπηρετούνταν τα συμφέροντα της πόλης. Για να συμβεί όμως αυτό θα έπρεπε η ίδια η πόλη να λειτουργεί βασιζόμενη στην αρχή της δικαιοσύνης. Να στηρίζεται στην πειθώ και να μετέρχεται άλλα μέσα. Αν αυτό συνέβαινε, τότε και η ειρήνη θα ήταν ουσιαστική και στέρεη.

Ποια πρόταση ειρήνης διατύπωσε ο Ισοκράτης, ποια η σημασία της για την
τύχη των μικρότερων κρατών εκείνης της εποχής και πόσο επίκαιρη είναι;
Η πρόταση ειρήνης που διατυπώνει ο Ισοκράτης κινείται μέσα στο πνεύμα της
ειρήνης που είχε προτείνει ο Εύβουλος, αλλά και της Ανταλκίδειας ειρήνης που υπέγραψαν οι Έλληνες με επικεφαλής τους Σπαρτιάτες με το βασιλιά των Περσών. Πρόκειται για μια ειρήνη διακρατική που καταργεί κάθε είδος καταπίεσης και εκμετάλλευσης των ισχυρότερων κρατών προς τα μικρότερα, πιο ευάλωτα στη διακύμανση της πολιτικής, στρατιωτικής και οικονομικής σταθερότητας. Συγκεκριμένα προτείνει την κατοχύρωση της ανεξαρτησίας και της αυτονομίας κάθε πόλης και την απομάκρυνση κάθε είδους μη εγχώριας στρατιωτικής φρουράς. Οι βασικές αρχές – ανεξαρτησία, αυτονομία – που εξασφαλίζονται με την ειρήνη αυτή, όπως ήδη ειπώθηκε, ήταν κεφαλαιώδους σημασίας για τα μικρότερα κράτη εκείνης της εποχής, τα οποία ελεύθερα πια θα μπορούσαν να καθορίσουν τα ίδια την τύχη τους χωρίς την παραμικρή εξωγενή παρέμβαση.
Αναμφίβολα οι όροι της ειρήνης αυτής διατηρούν και σήμερα την επικαιρότητά τους, αφού τα ισχυρά κράτη αναζητούν συνεχώς αφορμές για να παρέμβουν σε εσωτερικά ζητήματα των λιγότερο ισχυρών κρατών και να ελέγχουν και να προωθούν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τα συμφέροντά τους.

Π Ι Σ Τ Ι Σ §§ 17-27
Πόσο σημαντική κατά τον Ισοκράτη είναι η σύναψη ειρήνης μεταξύ των
ελληνικών πόλεων και γιατί;
Κατά τον ρήτορα η σύναψη ειρήνης μεταξύ των ελληνικών πόλεων έχει τεράστια
σημασία για όλες τις πόλεις ανεξαιρέτως αλλά και για την ίδια την Αθήνα ειδικότερα.
Καταρχάς θα αποτελέσει το εφαλτήριο για να αναθεωρήσει την αλαζονική πολιτική που
εφάρμοζε σε βάρος των συμμάχων της. Το πλεονέκτημα από μια τέτοια αλλαγή στην
εξωτερική της πολιτική θα είναι ότι θα κερδίσει ό, τι δεν κατάφερε δια της βίας και του
εξαναγκασμού, δηλαδή να δημιουργήσει αληθινές και σταθερές συμμαχίες. Τα όπλα της
πόλης θα είναι πλέον διαφορετικά, θα στηρίζονται στις αρχές της πειθούς και της φιλίας, της ισότητας μεταξύ των εταίρων – πράγμα που σημαίνει ότι δεν θα επιβάλλεται το δίκαιο του ισχυρότερου – του σεβασμού της αυτονομία και της ανεξαρτησίας του άλλου. Έτσι θα
επανακτήσει το χαμένο κύρος της, θα κερδίσει τη χαμένη καλή της φήμη μεταξύ των πόλεων, θα απαλλαχθεί από τους κινδύνους και θα δοθεί στους κατοίκους της η δυνατότητα να ζουν στην πόλη τους με ασφάλεια. Πέρα από αυτά, η απαλλαγή από τις πολεμικές προετοιμασίες θα βοηθήσει να ανακάμψει η οικονομία της και να ξανά αποκτήσουν οι πολίτες την ευμάρειά τους. Οι υπέρογκοι φόροι και οι άλλες εισφορές για τις πολεμικές συγκρούσεις καθώς και η αδυναμία των πολιτών να ασχοληθούν με τη γεωργία, τη ναυτιλία και τις άλλες παραγωγικές δραστηριότητες, όπως τις τέχνες και τις βιομηχανίες, αποδεκάτισαν τον πληθυσμό και έγιναν αφορμή για να φύγουν από την πόλη οι έμποροι και κυρίως οι μέτοικοι, η συνεισφορά των οποίων στη οικονομική ανάπτυξη της Αθήνας ήταν πολύ μεγάλη. Το ίδιο φυσικά θα ισχύει και για όλες τις άλλες πόλεις, οι οποίες απαλλαγμένες από τα δυσβάσταχτα οικονομικά βάρη του πολέμου θα μπορούν να εστιάσουν σε θέματα εσωτερικής πολιτικής βελτιώνοντας την καθημερινότητα των πολιτών.

Τι γνωρίζετε για τις λειτουργίες στην αρχαία Αθήνα;
Οι λειτουργίες ήταν δημόσιες υπηρεσίες των πιο πλούσιων Αθηναίων για την
οργάνωση δραματικών ή μουσικών αγώνων, δημοσίων γευμάτων, εξοπλισμού ενός
πολεμικού πλοίου κτλ. Η προσφορά χρημάτων, στην οποία υποβάλλονταν υποχρεωτικά οι ισχυρότεροι οικονομικά πολίτες της Αθήνας, ήταν μια άμεση και σημαντική φορολόγηση αλλά ταυτόχρονα και πολύ τιμητική. Γι’ αυτό άλλωστε ανελάμβαναν με προθυμία μα εκτελέσουν κάποιαν λειτουργία.
Το κράτος συχνότατα τιμούσε τους πλουσίους πολίτες που πρόσφεραν μεγάλα ποσά
για λειτουργίες· έδινε την άδεια να στήσουν αναμνηστικό μνημείο σε περίπτωση νίκης της
ομάδας τους σε δραματικούς ή γυμνικούς αγώνες. Η οδός των Τριπόδων της Αθήνας, κάτω
από την Ακρόπολη, είχε μεγάλη σειρά τέτοιων χορηγικών μνημείων.
Αν ο οριζόμενος από τον επώνυμο άρχοντα για την εκτέλεση κάποιας λειτουργίας
ισχυρίζονταν ότι υπήρχε κάποιος πλουσιότερος πολίτης και έπρεπε εκείνος παρά αυτός να
είχε ορισθεί, εφαρμόζονταν η διαδικασία της «αντιδόσεως», δηλαδή, της ανταλλαγής
περιουσιών. Το δικαστήριο έκρινε ποιος από τους δύο έπρεπε να εκτελέσει τη λειτουργία, αν ο προτεινόμενος ως πλουσιότερος δεν δεχόταν ν’ αναλάβει την απαιτούμενη δαπάνη για τη λειτουργία. Ωστόσο φαίνεται ότι αυτό δεν συνέβαινε συχνά.
Οι λειτουργίες ήταν τακτικές και έκτακτες· από τις τακτικές οι σπουδαιότερες ήταν η
τριηραρχία, που ήταν δαπανηρότατη, γιατί ο τριήραρχος ήταν υποχρεωμένος να εξοπλίσει για τον πόλεμο ένα πλοίο και να αναλάβει για ένα έτος τη συνήρησή του και τη μισθοδοσία του πληρώματος. Για την ορθότερη κατανομή των τριηραρχιών οι εύποροι πολίτες οργανώθηκαν κατά τον 4ο αι. π.Χ. σε 20 «συμμορίες» με 60 μέλη η καθεμιά. Οι τριήραρχοι καλούνταν να πάρουν μέρος και στις εκστρατείες, οπότε ήσαν υποχρεωμένοι να εγκαταλείψουν τις εργασίες τους.

Ποιοι ονομάζονταν μέτοικοι στην αρχαία Αθήνα και ποια η συμβολή τους στην
οικονομία της πόλης;
Μέτοικοι ονομάζονταν οι μόνιμα εγκατεστημένοι στην Αθήνα ξένοι. Δεν είχαν
περισσότερα πολιτικά δικαιώματα από τους άλλους ξένους, αλλά γίνονταν αποδεκτοί ως μέλη της κοινότητας. Πλήρωναν έναν ειδικό φόρο των μετοίκων, το μετοίκιον, ο οποίος ανερχόταν σε 12 δραχμές για τους άνδρες και 6 δραχμές για τη γυναίκα. Αν κάποιος μέτοικος δεν πλήρωνε το μετοίκιον διέτρεχε τον κίνδυνο να γίνει δούλος.
Εάν ένας ξένος επιθυμούσε να εγκατασταθεί μόνιμα στην Αθήνα, έπρεπε να
υποβληθεί αίτηση για την εγγραφή του ως μετοίκου στη μητρώα κάποιου συγκεκριμένου
δήμου και να ορισθεί κάποιος Αθηναίος πολίτης ως «προστάτης» του, δηλ. εγγυητής. Στην
περίπτωση έλλειψης προστάτη ήταν δυνατόν να υποβληθεί μήνυση με προβλεπόμενη ποινή τη μετατροπή του μετοίκου σε δούλο.
Οι μέτοικοι ήταν πολυάριθμοι και ασχολούνταν με τις πιο επικερδής επιχειρήσεις.
Αποκλείονταν από την ιδιοκτησία ακινήτων και την εκμετάλλευση ορυκτού πλούτου. Όλοι οι άλλοι οικονομικοί κλάδοι ανοίγονταν μπροστά τους χωρίς περιορισμούς: μπορούσαν να
εργασθούν ως μισθωτοί, ως κεφαλαιούχοι εργοδότες και να πλουτίσουν ανεμπόδιστα. Οι
περισσότεροι και πιο ονομαστοί τραπεζίτες τον 4ο αι. π.Χ. ήταν μέτοικοι. Οι υποχρεώσεις
τους προς το κράτος εκτός από την καταβολή του «μετοικίου» ήσαν οι εξής: πλήρωναν την
«εισφορά», όπως και οι πλούσιοι Αθηναίοι πολίτες, και ενδεχομένως ένα τέλος αγοράς, όταν ήθελαν να ασκήσουν το εμπόριο στην περιοχή της αγοράς. Εκτός από τις οικονομικές τους υποχρεώσεις, υπηρετούσαν στον αθηναϊκό στρατό ή το ναυτικό. Αν ένας μέτοικος
προσπαθούσε να αποφύγει τη στράτευση πηγαίνοντας να ζήσει αλλού όταν ξεσπούσε ο
πόλεμος, δεν του επέτρεπαν ποτέ να επιστρέψει στην Αθήνα.
Κατά τον Συμμαχικό πόλεμο πολλοί μέτοικοι έφυγαν από την Αττική. Ο Ισοκράτης
εκφράζει γι’ αυτό το γεγονός τη λύπη του και ανάμεσα στα άλλα αγαθά που περιμένει από τη λήξη του πολέμου είναι η επιστροφή των μετοίκων στην πόλη.

Ποιες συμβουλές δίνει ο Ισοκράτης στους συμπολίτες του για τον τρόπο με τον
οποίο πρέπει αν ασκούν την εξωτερική τους πολιτική;
Ο Ισοκράτης πιστεύει ότι οι συμπολίτες του πρέπει άμεσα να σταματήσουν τον
πόλεμο και να κάνουν ειρήνη με όλους του ανθρώπους, γιατί ο πόλεμος είναι πηγή πολλών
δεινών για τους ανθρώπους και απαιτεί μεγάλες θυσίες. Αν εδραιωθεί η ειρήνη μεταξύ των
πόλεων, οι τυχόν διαφορές, που θα έχουν οι Αθηναίοι με τους άλλους Έλληνες, θα μπορούν να επιλυθούν δια της διπλωματικής οδού. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να κερδίζουν
περισσότερα από αυτά που τώρα καταφέρνουν να κερδίσουν δια της βίας. Όταν, λοιπόν, οι
άλλοι και συγκεκριμένα ο Κερσοβλέπτης και ο Φίλιππος δουν ότι δεν επιδιώκουν πράγματα
που δεν τους ανήκουν, θα τους αποδεχτούν, θα απομακρυνθούν από τις κτήσεις τους και
επειδή δε θα τους φοβούνται και δε θα είναι καχύποπτοι απέναντί τους, θα τους
παραχωρήσουν και μέρος από τις δικές τους κτήσεις, γιατί θα αισθάνονται πια ασφαλείς.

Ποια κριτική άσκησε ο Ισοκράτης στους άλλους για τον τρόπο που εκείνοι
αντιμετωπίζουν τα σοβαρά προβλήματα στις συνελεύσεις;
Ο Ισοκράτης ασκεί πολύ αρνητική κριτική προς τους άλλους ρήτορες, γιατί δεν έχουν
ούτε την πρόθεση ούτε τη δύναμη να προτείνουν στους Αθηναίους πολίτες πράγματα
αντίθετα από εκείνα που επιθυμούν, αλλά, αντίθετα, για να γίνουν αρεστοί και να κερδίσουν της εύνοιά τους, τους κολακεύουν και τους ενθαρρύνουν να πάρουν αποφάσεις που στην πραγματικότητα διογκώνουν τα προβλήματα της πόλεως παρά τα επιλύνουν.



Πως κρίνετε τον Ισοκράτη ως ρήτορα;
Από τον τρόπο που μιλά στους συμπολίτες του και την κριτική που ασκεί σ’ αυτούς
και τους άλλους ρήτορες, κατανοούμε ότι πρόκειται για έναν άνθρωπο τολμηρό και θαρραλέο, πιστό στις ηθικές του αρχές, ανιδιοτελή, σοβαρό και με αγνές προθέσεις. Άλλωστε, και ίδιος στο λόγο του ισχυρίστηκε άμεσα ότι δεν ενδιαφέρεται να αποκομίσει κάποιο προσωπικό όφελος από το λόγο του αυτόν, αλλά βασικό του μέλημα είναι να μιλήσει στους συμπολίτες του με ειλικρίνεια και σθένος, αναλύοντάς τους το προς συζήτηση θέμα και τονίζοντας αυτά που είναι σωστά και συμφέρουν την πόλη.

Ο Ισοκράτης στις παραγράφους 19 – 24 αναφέρετε σε κάποια ιστορικά
γεγονότα. Ποια είναι αυτά και ποιος ο ρόλος τους στο λόγο;
Στην παράγραφο 19 ο Ισοκράτης αναφέρεται στην πολιτική των Θηβαίων να
κατέχουν, κατά παράβαση των «συνθηκών», τις Θεσπιές, τις Πλαταιές, τον Ορχομενό και τον Ωρωπό. Ο ρήτορας αναφέρεται σε αυτό το γεγονός για θυμίσει στους συμπολίτες του τα αντιθηβαϊκά αισθήματα που δημιούργησε η πολιτική τους αυτή σε όλους τους ανθρώπους και να τους αποδείξει έτσι πόσο μοιραίες μπορούν να αποβούν τέτοιου είδους άδικες και απερίσκεπτες πράξεις για την πόλη.
Στην παράγραφο 22 μιλά για τη Χερρόνησο και την Αμφίπολη, πόλεις που
αποτέλεσαν το μήλο της έριδας μεταξύ του Κερσοβλέπτη η μια και του βασιλιά της Μακεδονία Φιλίππου η άλλη και των Αθηναίων. Πριν είχε υποστηρίξει ότι οι Αθηναίοι μπορούν να αποκτήσουν δια της διπλωματικής οδού ότι δεν κατάφεραν με τον πόλεμο και τις υπέρογκες δαπάνες. Για να ενισχύσει λοιπόν το επιχείρημά του αυτό, παραθέτει αυτά τα παραδείγματα υποστηρίζοντας ότι όχι μόνο θα αποχωρίσουν από τις Αθηναϊκές αυτές κτήσεις, αλλά και ότι θα παραχωρήσουν και μέρος από τις δικές τους, γιατί θα αισθάνονται ασφαλείς με μια ισχυρή Αθήνα δίπλα τους.
Τέλος στην παράγραφο 24, συνεχίζοντας την αναφορά του στα οφέλη που θα
αποκτήσει η Αθήνα δια της διπλωματικής οδού, προτείνει την ίδρυση αποίκων στη Θράκη για να λυθεί ένα σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα με τους φτωχούς οι οποίοι περιπλανιούνται μη μπορώντας να εγκατασταθούν σταθερά σε έναν τόπο και να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα για να ζήσουν. Για να ενισχύσει την πρότασή του αυτή, αναφέρεται στο παράδειγμα του Καλλίστρατου και του Αθηνόδωρο οι οποίοι κατάφεραν – ο καθένας ξεχωριστά – να ιδρύσουν αποικίες. Αν και στην προκειμένη περίπτωση ο Ισοκράτης ενισχύει την απόφασή τους για ειρήνη, οι περιπέτειες του Καλλίστρατου και του Αθηνόδωρου χαρακτηρίζουν τον τυχοδιωκτισμό που επικρατούσε τους χρόνους της γενικής κατάπτωσης.

Πώς θα πρέπει, κατά τον Ισοκράτη, να πραγματεύονται τα δημόσια θέματα οι
ρήτορες;
Κατά τον Ισοκράτη, οι ρήτορες που σε δημόσια ομιλία θίγουν θέματα μείζονος
σημασίας για όλη την πόλη, θα πρέπει να έχουν κατ’ αρχάς επίγνωση των θεμάτων αυτών.
Να έχουν μελετήσει προσεκτικά τις διαστάσεις τους και με μεγάλη προσοχή να διατυπώνουν τις προτάσεις, αφού προηγουμένως έχουν παρουσιάσει αναλυτικά τις ωφέλιμες συνέπειές τους, για να βοηθήσουν τους πολίτες να δουν κι αυτοί ότι οι δικές τους προτάσεις είναι αυτές που συμφέρουν την πόλη. Επίσης, δε πρέπει να διστάζουν να διατυπώνουν τις απόψεις τους όσο αντίθετες και αν είναι, εφόσον έργο τους είναι να καθοδηγήσουν σωστά τους συμπολίτες τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου